Εκτύπωση

VasilikaὉ Ἱερός Ναός Ἁγίου Γεωργίου Βασιλικῶν – σύμφωνα μέ προφορικές μαρτυρίες ἡλικιωμένων Βασιλικιωτῶν – ἄρχισε νά κτίζεται τό ἔτος 1796. Ἔπειτα, ὃμως, ἀπό μικρό χρονικό διάστημα οἱ Τοῦρκοι κατακτητές ἐπέβαλαν βαριά φορολογία στους κατοίκους, σαν ὃρο γιά τή συνέχιση τῆς οἰκοδόμησης τοῦ Ναοῦ. Ἔτσι, μή μπορώντας οἰ Βασιλικιῶτες νά ἀνταποκριθοῦν στήν ἀποπληρωμή ἑνός τέτοιου ὑπέρογκου ποσοῦ, ἀναγκάστηκαν να διακόψουν γιά ἀρκετά χρόνια τήν ἀνέγερσή του, προσπαθώντας παράλληλα νά συγ-κεντρώσουν τά χρήματα αὐτά μέ κάθε θυσία. Στό χρονικό αὐτό διάστημα, ἐξυπηρετοῦνταν λατρευτικά σέ μικρό ναό πού βρισκόταν στόν ἴδιο χῶρο. Ὃταν, λοιπόν το 1818, συγκεντρώθηκε τό ποσό αὐτό τῶν χρημάτων πού ἀπαιτοῦσαν οἱ Τοῦρκοι, ξαναδόθηκε ἡ ἄδεια γιά τή συνέχιση τῶν ἑργασιῶν ἀνοικοδόμησης τοῦ Ναοῦ.

Οἱ κόποι καί οἱ θυσίες στίς ὁποίες ὑποβλήθηκαν ὃλοι οἱ κάτοικοι, ἄνδρες καί γυναῖκες ἀκόμη καί ἡλικιωμένοι καί μικρά παιδιά ἦταν πολλές καί μεγάλες. Χαρακτηριστικά ἀναφέρεται ὃτι, τεράστιοι κορμοί δέντρων μεταφέρονταν ἀπό  τούςἔσερναν καί τούς πελεκοῦσαν μέ τά χέρια στό χῶρο τοῦ Ναοῦ. Οἱ γυναῖκες, ἐπίσης, βοηθοῦσαν μέ κάθε τρόπο στό χτίσιμο τοῦ Ναοῦ, κουβαλώντας ἀκόμη καί πέτρε καί ἄμμο μέσα στίς χοντρές ὑφαντές ποδιές τους, ἀπό τό ποτάμι τοῦ χωριοῦ, τόν Ἀνθεμοῦντα.

Ἡ ἀποπεράτωση τῶν ἐργασιῶν στό Ναό ἔγινε τό 1820 καί τά ἐγκαίνια στίς 23 Ἀπριλίου (ἑορτή μνήμης τοῦ Ἁγ. Γεωργίου) τοῦ 1821.

Στίς 9 Ἰουνίου τῆς ἴδιας χρονιάς (1821), ὓστερα ἀπό τήν ἔκρηξη τῆς Ἑλληνκῆς Ἐπανάστασης καί τή συμμετοχή σ’ αὐτή των Βασιλκών καί ὁλόκληρης τῆς Χαλκιδικῆς, ἦρθαν βάρβαρα στρατεύματα Τούρκων καί Ἐβραίων καί κατέστρεψαν καί πυρπόλησαν τά Βασιλικά (Ὁλοκαύτωμα) καί, φυσικά, καί τόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Οἱ κάτοικοι – ὃσοι γλύτωσαν ἀπό τή μανία τῶν Μωαμεθανικῶν καί Ἐβραϊκῶν ὀρδῶν, πού ἔσφαξαν, λεηλατοῦσαν, βίασαν, ἐξανδραπόδιζαν, πυρπολοῦσαν καί κατέστρεφαν τά πάντα -προσπάθησαν καί κατάφερνα νά πάρουν ἀπό τό Ναό ἀρκετές ἃγιες εἰκόνες πού τις φύλαξαν σάν ἱερά κειμήλια ὃπου κι’ ἄν διασκορπίστηκαν μετά το Ὁλοκαύτωμα (το “χαλασμό”, ὃπως χαρακτηριστικά τό λέν οἱ παλιοί). Τίς εἰκόνες αὐτές τίς ἔφεραν πίσω καί τίς παρέδωσαν στούς ἱερεῖς καί τούς ἑπιτρόπους τοῦ Ναοῦ, ὃταν, ὓστερα ἀπό χρόνια ἐπέστρεψαν στό χωριό.

Μετά ἀπό αὐτή τήν καταστροφή του, ὁ Ναός ἐπισκευάζεται καί δίδεται ξανά στή λατρεία τό 1831, ὃπως διαπιστώνεται ἀπό μιά τρίτη χρονολογία, πού βρέθηκε σέ λιθανάγλυφο τῆς Βόρειας πλευρᾶς.

Τό ἱστορικό τοῦ Ναοῦ συνέγραψε, κατόπιν προσωπικῆς του ἔρευνας, ὁ μακαριστός καθηγητής κ. Ἐλεθέριος Μπάλλος, ἐκ Βασιλικῶν ὁρμώμενος.